ἀγχόνης

ἀγχόνης
ἀγχόνη
strangling
fem gen sg (attic epic ionic)
ἀ̱γχόνης , ἀγχονάω
strangle
imperf ind act 2nd sg (doric aeolic)
ἀ̱γχόνης , ἀγχονάω
strangle
imperf ind act 2nd sg (epic doric ionic aeolic)
ἀ̱γχόνης , ἀγχονάω
strangle
imperf ind act 2nd sg (doric aeolic)
ἀγχονάω
strangle
pres ind act 2nd sg
ἀγχονάω
strangle
imperf ind act 2nd sg (homeric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • κἀγχόνης — ἀγχόνης , ἀγχόνη strangling fem gen sg (attic epic ionic) ἀ̱γχόνης , ἀγχονάω strangle imperf ind act 2nd sg (doric aeolic) ἀ̱γχόνης , ἀγχονάω strangle imperf ind act 2nd sg (epic doric ionic aeolic) ἀ̱γχόνης , ἀγχονάω strangle imperf ind act 2nd… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • κρείσσων — και κρείττων, ον (AM, Α ιων. τ. κρέσσων, ον, δωρ. τ. κάρρων, ον, κρητ. τ κάρτων, ον) 1. καλύτερος, ανώτερος ως προς τη θέση, την αξία κ.λπ. («νεῑκος δὲ κρεσσόνων ἀποθέσθ ἄπορον», Πίνδ.) 2. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τὰ κρείσσονα ή κρείττονα ή… …   Dictionary of Greek

  • στραγγάλη — η, ΝΜΑ, και στραγούλα και στραγγούλα Ν το σχοινί τής αγχόνης, ο βρόχος νεοελλ. 1. τεχνολ. μοχλός με την περιστροφή τού οποίου σφίγγεται κάτι 2. όργανο θανάτωσης, πάσσαλος με σιδερένιο κλοιό ή βρόχο από σχοινί που σφίγγεται με συστροφή στον λαιμό… …   Dictionary of Greek

  • τέρμα — το, ΝΜΑ 1. το τελικό σημείο ή όριο χώρου ή χρόνου στο οποίο καταλήγει κανείς ή περατώνεται κάτι, τέλος, πέρας (α. «τέρμα οδού» β. «τέρμα τού καλοκαιριού» γ. «οἶσθα γὰρ εὖ περί τέρμαθ ἑλισσέμεν», Ομ. Ιλ. δ. «τέρμα κελεύθου διαμειψάμενος», Αισχύλ.… …   Dictionary of Greek

  • Αμπελογιάννης — (18ος αι.).Ονομαστός κλέφτης, o οποίος έδρασε πριν από την Επανάσταση στη δυτική Στερεά Ελλάδα και υμνήθηκε από τη λαϊκή μούσα. Τους θρύλους και τη ζωή του αναφέρει ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης στο ποίημα Αθανάσιος Διάκος.Ήταν γιος κτηνοτρόφου και… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”